* Ταχύτερη πρόσβαση: Η προσωρινή μνήμη είναι σημαντικά ταχύτερη από τη μνήμη RAM. Η CPU μπορεί να έχει πρόσβαση σε δεδομένα στην προσωρινή μνήμη πολύ πιο γρήγορα από ό, τι μπορεί να έχει πρόσβαση σε δεδομένα στη μνήμη RAM. Αυτή η διαφορά ταχύτητας είναι σημαντική, συχνά μετράται σε νανοδευτερόλεπτα έναντι μικροδευτερόλεπτων ή ακόμη και χιλιοστών του δευτερολέπτου.
* Τοποθεσία δεδομένων: Η προσωρινή μνήμη εκμεταλλεύεται την αρχή της περιοχής αναφοράς. Αυτή η αρχή αναφέρει ότι ένα πρόγραμμα είναι πιθανό να έχει πρόσβαση στα ίδια δεδομένα ή οδηγίες επανειλημμένα σε σύντομο χρονικό διάστημα. Όταν η CPU έχει πρόσβαση σε ένα κομμάτι δεδομένων, όχι μόνο ανακτά αυτά τα δεδομένα αλλά και αντιγράφει τα κοντινά δεδομένα στην προσωρινή μνήμη. Αυτό σημαίνει ότι όταν η CPU χρειάζεται τα κοντινά δεδομένα αργότερα, μπορεί να έχει πρόσβαση από την πολύ ταχύτερη κρυφή μνήμη και όχι από τον πιο αργό μνήμη RAM. Υπάρχουν δύο κύριοι τύποι τοποθεσίας:
* χρονική τοποθεσία: Τα ίδια δεδομένα έχουν πρόσβαση πολλές φορές μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα.
* χωρική τοποθεσία: Τα δεδομένα που βρίσκονται κοντά σε πρόσφατα πρόσβαση σε δεδομένα είναι πιθανό να έχουν πρόσβαση σύντομα.
* ιεραρχική δομή: Οι σύγχρονες CPU χρησιμοποιούν συχνά πολλαπλά επίπεδα κρυφής μνήμης (L1, L2, L3, κλπ.), Το καθένα με αυξανόμενο μέγεθος και μείωση της ταχύτητας. Το L1 cache είναι το μικρότερο και ταχύτερο, πλησιέστερο στον πυρήνα της CPU. Η προσωρινή μνήμη L2 είναι μεγαλύτερη και πιο αργή από την L1 και το L3 (αν υπάρχει) είναι μεγαλύτερη και πιο αργή. Η CPU ελέγχει πρώτα L1, στη συνέχεια L2, στη συνέχεια L3 και τελικά RAM εάν τα δεδομένα δεν βρίσκονται σε κανένα από τα επίπεδα cache. Αυτή η ιεραρχική δομή βελτιστοποιεί τόσο την ταχύτητα όσο και την χωρητικότητα.
* Χειρισμός: Η αποτελεσματικότητα της προσωρινής μνήμης μετράται με την αναλογία *HIT *, που είναι το ποσοστό των χρόνων που η CPU βρίσκει τα δεδομένα που χρειάζεται στην προσωρινή μνήμη. Μια υψηλή αναλογία επιτυχίας υποδεικνύει μια καλά χρησιμοποιημένη κρυφή μνήμη και σημαντικά βελτιωμένη απόδοση. Μια χαμηλή αναλογία επιτυχίας σημαίνει ότι η CPU ξοδεύει περισσότερο χρόνο περιμένοντας τα δεδομένα από τη μνήμη RAM, αναιρώντας το όφελος της προσωρινής μνήμης.
Εν ολίγοις, η μνήμη cache λειτουργεί ως μια πολύ γρήγορη, μικρή, προσωρινή περιοχή αποθήκευσης που διατηρεί συχνά πρόσβαση σε δεδομένα. Διατηρώντας συχνά χρησιμοποιούμενα δεδομένα κοντά στην CPU, μειώνει δραστικά το χρόνο που χρειάζεται για την ανάκτηση πληροφοριών, οδηγώντας σε σημαντική αύξηση της συνολικής απόδοσης του συστήματος.
Πνευματικά δικαιώματα © Γνώση Υπολογιστών Όλα τα δικαιώματα κατοχυρωμένα