* Δημοσίευση (Power-on Self-Test): Αυτή είναι μια κρίσιμη αρχική διαγνωστική διαδικασία. Το BIOS ελέγχει τα εξαρτήματα υλικού (CPU, RAM, σκληρούς δίσκους κ.λπ.) για να εξασφαλίσουν ότι λειτουργούν σωστά. Εάν βρίσκει ένα πρόβλημα (όπως το RAM που λείπει), θα αναφέρει συνήθως ένα μήνυμα σφάλματος με έναν κωδικό μπιπ.
* bootloader: Μετά την ανάρτηση, το BIOS εντοπίζει και φορτώνει τον φορτωτή εκκίνησης του λειτουργικού συστήματος. Αυτό είναι ένα μικρό πρόγραμμα που στη συνέχεια φορτώνει το πραγματικό λειτουργικό σύστημα από το σκληρό δίσκο ή άλλη συσκευή αποθήκευσης. Το BIOS καθορίζει τη σειρά εκκίνησης (η οποία θα ελέγξει πρώτα).
* Διαχείριση της βασικής εισόδου/εξόδου: Διαχειρίζεται την επικοινωνία μεταξύ του λειτουργικού συστήματος και ορισμένων στοιχείων υλικού, όπως το πληκτρολόγιο, το ποντίκι και η οθόνη. Αυτό είναι λιγότερο κρίσιμο στα σύγχρονα συστήματα με πιο προηγμένα υλικά και λειτουργικά συστήματα.
* Διαμόρφωση συστήματος: Το BIOS παρέχει ένα βοηθητικό πρόγραμμα εγκατάστασης (συνήθως πρόσβαση πατώντας το Delete, το F2, το F10 ή ένα άλλο κλειδί κατά την εκκίνηση) που επιτρέπει στους χρήστες να διαμορφώνουν ρυθμίσεις συστήματος όπως η σειρά εκκίνησης, η ημερομηνία και η ώρα και μερικές φορές πιο προηγμένες επιλογές.
* Παροχή οδηγών χαμηλού επιπέδου: Πριν φορτωθούν οι οδηγοί του λειτουργικού συστήματος, το BIOS παρέχει βασικούς οδηγούς για βασικά στοιχεία για να επιτρέψει στο σύστημα να αρχικοποιηθεί σωστά.
Στην ουσία, το BIOS λειτουργεί ως γέφυρα μεταξύ του υλικού και του λειτουργικού συστήματος, εξασφαλίζοντας ότι ο υπολογιστής μπορεί να ξεκινήσει και να λειτουργεί σωστά. Ενώ η UEFI έχει αντικαταστήσει σε μεγάλο βαθμό το BIOS στους σύγχρονους υπολογιστές, η θεμελιώδης λειτουργία παραμένει σε μεγάλο βαθμό η ίδια. Το UEFI προσφέρει βελτιωμένη ασφάλεια και λειτουργικότητα σε σύγκριση με το BIOS.
Πνευματικά δικαιώματα © Γνώση Υπολογιστών Όλα τα δικαιώματα κατοχυρωμένα